- πολυαρατος
- πολυάρατοςπολυ-άρᾱτοςэп.-ион. πολυάρητος 2(ᾰρ) многожеланный
(θεός Hom.; παῖς HH.; σοφία Plat.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(θεός Hom.; παῖς HH.; σοφία Plat.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Πολυάρατος — much wished for masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυάρατος — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem nom sg πολυά̱ρατος , πολυάρατος much wished for masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυάρατος — επικ. τ. πολυάρητος, ον, Α 1. ο πολύ επιθυμητός, πολυπόθητος («πρὶν θαυμάσας τὴν πολυάρατον σοφίαν ξυνεποδίσθης ὑπ αὐτοῡ», Πλάτ.) 2. ο πολύ καταραμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + ἀρῶμαι «παρακαλώ, εύχομαι, καταριέμαι» (πρβλ. δημ άρατος)] … Dictionary of Greek
Πολυαράτου — Πολυάρατος much wished for masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολυαράτους — Πολυάρατος much wished for masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολυάρατον — Πολυάρατος much wished for masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυάρατον — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem acc sg πολυάρᾱτος much wished for neut nom/voc/acc sg πολυά̱ρατον , πολυάρατος much wished for masc/fem acc sg πολυά̱ρατον , πολυάρατος much wished for neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυ- — Α το, Ν άκλ. (βιοχ.) πολυριβονουκλεοτίδιο που αποτελείται εξ ολοκλήρου από αδενυλικά υπολείμματα. ΝΜΑ α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επιθ. πολύς και δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται πολλές φορές,… … Dictionary of Greek
πολυάρητος — ον, Α (επικ. τ.) βλ. πολυάρατος … Dictionary of Greek
πολυαράτου — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem/neut gen sg πολυᾱράτου , πολυάρατος much wished for masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολυαράτους — πολυάρᾱτος much wished for masc/fem acc pl πολυᾱράτους , πολυάρατος much wished for masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)